Κυριακή 16 Ιανουαρίου 2022

διασκευή της Αντιγόνης...

 


εδώ 

 έχουμε μία διασκευή της Αντιγόνης. 



Μπροντόφκυ, Οιδίποδας και Αντιγόνη


 Ξεκίνησε για θεατρικό για τα παιδιά της Στ' τάξης, (στην αρχή του έργου υπάρχουν πολλές περικοπές.  Μετά όμως, έχουνε γίνει λιγότερες περικοπές).


Ισμήνη, Αντιγόνη

Μερικά στάσιμα δεν έχουν γραφεί καθόλου, φάνηκαν ότι είναι πολύ δύσκολα, σε κάποια άλλα, ο χορός λέει ελάχιστα πράγματα.


Oι πηγές είναι δύο.  Αυτή που αναφέρεται στο κείμενο και η 2η είναι το βιβλίο μαθητή του Λυκείου.  


Lamprini T. 


Υ.Γ.  Εδώ το κείμενο... 



 

ΑΝΤΙΓΌΝΗ

Δεκέμβριος του 2021 και Ιανουάριος 2022

 

 

ΠΡΟΣΩΠΑ

ΑΝΤΙΓΟΝΗ

ΙΣΜΗΝΗ

ΧΟΡΟΣ (ΘΗΒΑΙΩΝ ΓΕΡΟΝΤΩΝ)

ΚΡΕΩΝ

ΦΥΛΑΚΑΣ

ΑΙΜΩΝΑΣ

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ

ΑΓΓΕΛΟΣ

ΕΥΡΙΔΙΚΗ

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ

 

H υπόθεση της τραγωδίας

Οι δύο γιοί του Οιδίποδα αλληλοσκοτώνονται σε μονομαχία, η κόρη του Αντιγόνη καλεί την αδελφή της Ισμήνη και την πληροφορεί πως ο θείος τους Κρέοντας - ο οποίος έχει αναλάβει την διακυβέρνηση της Θήβας -έβγαλε διαταγή να μείνει άθαφτος ο αδελφός τους, όμως εκείνη είναι αποφασισμένη να τον θάψει. Οι γέροντες που αποτελούν τον χορό εκφράζουν την χαρά τους για τη σωτηρία της πόλης.

Πρώτο επεισόδιο

Ο Κρέοντας εξηγεί την απόφασή του να μείνει άταφος ο Πολυνείκης, ωστόσο φτάνει ένας φύλακας που τον πληροφορεί για τη συμβολική ταφή του Πολυνείκη από κάποιον άγνωστο δράστη. Ο χορός υμνεί την εφευρετικότητα και την τόλμη του ανθρώπου.

Δεύτερο επεισόδιο

Ο φύλακας επιστρέφει έχοντας συλλάβει την Αντιγόνη η οποία υπερασπίζεται την επιλογή της να αθετήσει την απαγόρευση, προκαλώντας την οργή του Κρέοντα. Η Ισμήνη επέμεινε, παρά την αντίδραση της Αντιγόνης, ότι ήταν συνυπεύθυνη για την ταφή και οι δύο αδελφές οδηγήθηκαν δεμένες στο παλάτι.  Ο χορός θρηνεί για τις κληρονομικές συμφορές των κοριτσιών ενώ φτάνει ο γιος του Κρέοντα και αρραβωνιαστικός της Αντιγόνης, Αίμονας

Τρίτο επεισόδιο

Μάταια ο Αίμονας προσπάθησε να πείσει τον πατέρα τού να απαλλάξει την μνηστή του. Μετά την έξοδό του, ο Κρέοντας αθώωσε την Ισμήνη ενώ για την Αντιγόνη αποφάσισε την φυλάκιση σε έναν υπόγειο θολωτό τάφο, μέχρι να πεθάνει από ασιτία. Ο χορός υμνεί τον έρωτα παίρνοντας ως παράδειγμα την αγάπη του Αίμονα για την Αντιγόνη,

Τέταρτο επεισόδιο

Η Αντιγόνη αποχαιρετά τους συμπολίτες της, θρηνώντας για την κακή της μοίρα και οδηγείται στον τόπο μαρτυρίου της.

Πέμπτο επεισόδιο

Ο μάντης Τειρεσίας καταγγέλλει την τακτική του Κρέοντα και προσπαθεί να του αλλάξει γνώμη. Δεν το καταφέρνει και φεύγει εξοργισμένος προειδοποιώντας τον βασιλιά για τον επικείμενο χαμό συγγενικού του προσώπου. Ο Χορός των γερόντων συμβουλεύει τον Κρέοντα ο οποίος τρομαγμένος από τον Τειρεσία αποφασίζει να αλλάξει την απόφαση του.

Έκτο επεισόδιο

Τρέχουν στην φυλακή - τάφο της Αντιγόνης μα την βρίσκουν νεκρή. Ο Αίμονας που κλαίει πάνω από το σώμα της παίρνει ένα μαχαίρι για να σκοτώσει τον πατέρα του. Αποτυγχάνει και αυτοκτονεί. Το μαθαίνει η Μητέρα του και αυτοκτονεί επίσης. Το δράμα έχει κορυφωθεί,

…..

“Αντιγόνη” – Τραγωδία του Σοφοκλή (Μετάφραση) BY ΑΝΟΙΚΤΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗΑΡΧΑΙΑ ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑ antigoni-metafrasi

Τίτλος: “Αντιγόνη” Συγγραφέας: Σοφοκλής (496-406 π.Χ.)

 Μετάφραση: Κωνσταντίνος Χρηστομάνος (1867-1911)

Είδος: Αρχαία Γραμματεία

Εκδόσεις Schooltime

Άδεια διανομής: Public Domain

(Έργο ελεύθερο πνευματικών δικαιωμάτων)

 

 

ΠΡΟΛΟΓΟΣ

στ. 1-99

 

ANTIΓΟΝΗ, ΙΣΜΗΝΗ

 

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Ισμήνη, αδελφούλα μου, εσύ αγαπημένο κεφάλι.  Ο Δίας έριξε κακό και στον πατέρα μας, τον Οιδίποδα, και επάνω μας.  Και τώρα, τι καινούργιο διαταγή έδωσε ο Στρατηγός, ο θείος μας και Βασιλιάς της Θήβας;  Έμαθες τίποτα;

ΙΣΜΗΝΗ:  Εγώ, Αντιγόνη, δεν άκουσα τίποτε.  Ξέρω ότι, και οι δύο μας  χάσαμε το δυο μας αδέρφια μας, σε μια μέρα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Τώρα, σε έφερα έξω από την πόλη, για να σού πω.  

ΙΣΜΗΝΗ:  Τι είναι;  Βλέπω ότι, κάτι πολύ σοβαρό θα πεις.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ο Κρέων έχει τον ένα αδελφό μου τιμημένο, με ταφή και τον άλλον άθαφτο, για ατιμία.  Ο Ετεοκλής, λοιπόν, είναι θαμμένος και τιμημένος ανάμεσα στους νεκρούς του Κάτω Κόσμου, μα ο Πολυνείκης άταφος.  Και βγήκε διαταγή, κανείς να μην θάψει τον Πολυνείκη, ούτε και να τον κλάψει.  Όποιος κάνει τα αντίθετα, όποιος, δηλαδή,τον θάψει, και τον κλάψει, θα πεθάνει μπροστά σε όλη την πόλη.

ΙΣΜΗΝΗ: Εγώ δεν μπορώ να κάνω τίποτε.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Μόνον να με βοηθήσεις, να θάψουμε τον αδελφό μας.

ΙΣΜΗΝΗ:  Ωχ, κακομοίρα.  Ο Κρέων είπε όχι.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Ο Κρέων δεν θα με εμποδίσει σε κάτι, που είναι δικό μου.

ΙΣΜΗΝΗ: Ωιμένα, συλλογίσου, αδελφή, οι δικοί μας χάθηκαν με άσχημο τρόπο.  Τώρα που μείναμε οι δυο μας έρημες, θα χαθούμε και εμείς.  Να καταλάβεις ότι είμαστε γυναίκες και όχι άντρες.   

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Εγώ δεν θα σε προστάξω.

ΙΣΜΗΝΗ:  Εγώ δεν έχω δύναμη.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:   Πάω να φτιάξω τον τάφο του αγαπημένου μου αδελφού.

ΙΣΜΗΝΗ:  Ωιμένα, φοβάμαι για σένα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Για μένα μην σε νοιάζει.  Κοίταξε εσύ την τύχη σου.

ΙΣΜΗΝΗ: Τουλάχιστον μην το πεις πουθενά.  Και εγώ το ίδιο θα κάνω.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ά, όχι.  Να το προδώσεις. 

ΙΣΜΗΝΗ:  Ο άνθρωπος δεν πρέπει να κυνηγά τα αδύνατα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Όταν λες κάτι τέτοια, γίνεσαι εχθρός μου και εχθρός του πεθαμένου.  Τουλάχιστον, να πάω με καλό θάνατο.

(Φεύγει η Αντιγόνη.)

 

ΙΣΜΗΝΗ: Αφού εσύ το θέλεις, πήγαινε.  Αυτό μόνο να ξέρης, πως κάνεις ανοησία, και ας φαίνεσαι φίλη αληθινή για τον αδελφό σου.

(Η Ισμήνη μπαίνει στο ανάκτορα.)

 

Α' ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Α' ΣΚΗΝΗ

στ. 162-222

 

ΚΡΕΩΝ, ΧΟΡΟΣ

 

ΚΡΕΩΝ: Πολίτες της Θήβας, εγώ έστειλα κήρυκες, και σάς κάλεσα.  Ήξερα την σταθερή σας αφοσίωση στον θρόνο του Λαΐου.  Όταν η εξουσία του χάθηκε, εγώ πήρα, νόμιμα, την εξουσία. 

Όποιον προτιμά τον φίλο από την πατρίδα του, τον έχω για μηδενικό.

Και τώρα, πρόσταξα αυτό για τα παιδιά του Οιδίποδα, τον Ετεοκλή, που χάθηκε σαν ήρωας, υπερασπίζοντας την πόλη του, να τον δεχτεί τάφος με προσφορές τιμής, καθώς αρμόζει στους ήρωες.

Τον αδελφό του, τον Πολυνείκη, που θέλησε να σύρει στην σκλαβιά  δικούς του ανθρώπους, βγήκε η προσταγή, να μην τον νεκροστολίσει κανείς, να μην τον θρηνήσει κανείς, και να τον αφήσουν άθαφτο.

Αυτή είναι η θέλησή μου. 

Ποτέ δεν θα τιμήσω περισσότερο τους άδικους από τους δίκαιους.  Θα τιμήσω με τον ίδιο τρόπο, είτε κάποιος είναι νεκρός είτε ζωντανός, αυτόν που πηγαίνει με τα νερά της πόλης.

ΧΟΡΟΣ:  Να  κάνεις,  Κρέοντα,  ό,τι  σε αρέσει,  είναι  δικαίωμά σου να

κάνεις χρήση του νόμου, όπου θέλεις, για τους πεθαμένους και για μας τους ζωντανούς.

ΚΡΕΩΝ:  Να γίνετε, τώρα, εγγυητές των λόγων μου.

ΧΟΡΟΣ:  Βάλε αυτό το βάρος, να το φορτωθεί κάποιος νεώτερος.

ΚΡΕΩΝ:  Οι σκοπιές του νεκρού είναι στην θέση τους.

ΧΟΡΟΣ:  Έξω από αυτό, τι άλλο θέλεις ακόμη;

ΚΡΕΩΝ:  Να μην σάς βρούνε βολικούς, οι παραβάτες.

ΧΟΡΟΣ:  Πού να βρεθεί τρελλός, που να θέλει να πεθάνει.   

ΚΡΕΩΝ:  Έτσι θα πληρωθεί ο τρελλός, στα αλήθεια.  Θα πεθάνει.  Όμως, πολλές φορές, οι ελπίδες τον έφαγαν τον άνθρωπο, για να κερδίσει κάτι. (Φτάνει από τους αγρούς ένας από τους φύλακες του νεκρού Πολυνείκη.)

 

Α' ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Β' ΣΚΗΝΗ

στ.223-279

 

ΦΥΛΑΚΑΣ, ΚΡΕΩΝ, ΧΟΡΟΣ

 

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Βασιλιά, κοντοστάθηκα πολλές φορές και είπα να κάνω πίσω. Η ψυχούλα μου το έλεγε, και το ξανάλεγε:  Δόλιε, πού πας, θα σε καθίσουν στο σκαμνί, στο Δικαστήριο.  Αλλά, σκέφτηκα, ότι αν ο Κρέοντας τα μάθει από κανέναν άλλονε, θα σε παιδέψει.  Με τα πολλά, πάντως, κατάφερα να έρθω σε σένα, Κρέων. Κρατώ στη χούφτα την ελπίδα πως:  Ό,τι είναι γραφτό να γίνει, θα γίνει.

ΚΡΕΩΝ:  Τι συμβαίνει, και έχεις αναστατωθεί;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Πρώτα να πω, πως ούτε το έκαμα εγώ, ούτε και είδα, ποιος ήταν αυτός που το έκαμε, ούτε και είναι δίκαιο, εγώ να το πληρώσω.

ΚΡΕΩΝ:  Θα μιλήσεις, τέλος πάντων;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Θα σου μιλήσω, ναι!  Κάποιος έθαψε τον νεκρό, αφού με ξερή σκόνη τον πασπάλισε, και τον ράντισε με αγιασμό.

ΚΡΕΩΝ:  Τι λες;  Ποιος άντρας τόλμησε, να κάνει μια τέτοια πράξη;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Δεν ξέρω. Ο τόπος εκεί τριγύρω, δεν είχε λάκκο από τσαπί, ούτε σωρό με χώματα από φτυάρι.  Το χώμα είναι σκληρό σαν πέτρα, και πουθενά δεν φαίνονται ροδιές από αμάξι.  Ο δράστης άφαντος.

ΧΟΡΟΣ: Βασιλιά, πολλή ώρα γυρίζει στο μυαλό μου, μήπως είναι θεόσταλτο το πράγμα τούτο εδώ.

 

Α' ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Β’ ΣΚΗΝΗ

στ. 280-331

 

ΚΡΕΩΝ, ΦΥΛΑΚΑΣ

 

ΚΡΕΩΝ:  (μιλάει στον χορό) Πάψε, προτού μού ξεχειλίσει ο θυμός.  Δεν

Υποφέρεσαι, με αυτά που λες:  Πως τάχα οι θεοί πήγαν να φροντίσουν για τον νεκρό.  Μήπως είδες ποτέ σου, να τιμούνε τους κακούργους, οι θεοί;  Όχι, δεν είναι έτσι.  Όποιοι το έκαναν αυτό, είναι βαλμένοι από τους εχθρούς μου, το ξέρω καλά, πληρωμένοι με χρήμα. 

Χειρότερο από το χρήμα δεν έγινε.  Γκρεμίζει πολιτείες, ξεσηκώνει ανθρώπους από τα σπίτια τους, γυρίζει τα μυαλά των φρονίμων ανθρώπων, και τους μαθαίνει να αγαπούν τα άσχημα.

(μιλάει στον Φύλακα)

 

Γιατί σού ορκίζομαι, αν δεν βρείτε, και δεν φέρετε μπροστά στα μάτια μου αυτόν, που με το χέρι του έκανε τον τάφο, αλλοίμονό σας.

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Θα με αφήσεις να σού πω τίποτα ή να πάω από εκεί πού ήρθα;

ΚΡΕΩΝ:  Δεν καταλαβαίνεις, πώς και τώρα, με δυσαρεστούν τα λόγια σου;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Σε τσιμπούν μέσα στα αυτιά σου ή στην ψυχή επάνω;

ΚΡΕΩΝ:  Φαίνεται πως γεννήθηκες λογάς.  Και επούλησες, μάλιστα, την ψυχή σου για λεφτά.

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Ωχ! Τι κακό που είναι, να σκέφτεται κανείς, και να σκέφτεται λάθος.

ΚΡΕΩΝ:  Αν δεν μου φανερώσετε τους φταίχτες, θα σάς κάνω να σκούξετε.

(Φεύγει ο Κρέων).

 

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Αν τον πιάσουνε ή όχι, αυτό θα είναι τυχαίο. Εμένα Κρέων, δεν θα με ξαναδείς.  Και τώρα, μετά από όλα αυτά, που σώθηκα, χρωστάω μεγάλη χάρη στους θεούς.

(Φεύγει ο Φύλακας).

Α’ ΣΤΑΣΙΜΟ

Στ. 332- 375

ΧΟΡΟΣ:  …

(Μπαίνει η Αντιγόνη οδηγούμενη από τον φύλακα.)

 

Β’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Α’ ΣΚΗΝΗ

Στ. 376-440

 

ΧΟΡΟΣ, ΑΝΤΙΓΟΝΗ, ΦΥΛΑΚΑΣ, ΚΡΕΩΝ

 

ΧΟΡΟΣ:  Τι μυστήριο βλέπω;  Αυτή η κόρη είναι η Αντιγόνη; (μιλάει

στην Αντιγόνη) Κόρη κακορίζικη, του κακορίζικου πατέρα, του Οιδίποδα, τι τρέχει;  Μήπως και πάτησες τον νόμο του Βασιλιά;  Μήπως τρελλάθηκες, και σε πιάσανε, και σε φέρανε;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Αυτή είναι εκείνη, που έκανε την δουλειά.  Την πιάσαμε να θάβει τον νεκρό.  Μα πού είναι ο Κρέοντας;

(Μπαίνει ο Κρέοντας.)

 

ΧΟΡΟΣ:  Να τος, βγαίνει από το παλάτι, πάνω στην ώρα.

ΚΡΕΩΝ:  Τι συμβαίνει; Τι πέτυχα πάνω στην ώρα;

ΦΥΛΑΚΑΣ: Βασιλιά, δεν πρέπει, κανείς, να παίρνει όρκο, και εγώ ορκίστηκα, να μην ξαναπατήσω πόδι εδώ, όταν με τρόμαξες με τις φοβέρες σου.  Όμως, η ξαφνική χαρά είναι πιο πολύ γλυκειά από όλες τις χαρές. Σού φέρνω το κορίτσι, που πιάστηκε, να στολίζει τον τάφο. Εγώ την βρήκα, εγώ θα πάρω την αμοιβή.  Πάρε την για ανάκριση.  Είναι δίκαιο να φύγω λεύτερος και δίχως την ρετσινιά ότι, εγώ φταίω για όλα.

ΚΡΕΩΝ:  Και αυτήν που κουβαλάς, πότε, και πώς την έπιασες;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Έθαβε τον νεκρό.

ΚΡΕΩΝ:  Είσαι με τα σωστά σου;  Ξέρεις τι λες;

ΦΥΛΑΚΑΣ:  Την είδα, μιλάω καθαρά και ξάστερα! 

Άκου πώς έχει το πράγμα. Όταν γυρίσαμε, από τις πολλές φοβέρες τις δικές σου, τρομαγμένοι, σκουπίσαμε την σκόνη που σκέπαζε τον πεθαμένο.  Καθόμαστε στην κορυφή των βράχων, για να γλιτώσουμε τις μύτες μας.  Κάποια στιγμή έγινε θεομηνία, και κράτησε ώρα.  Όταν καταλάγιαζε η θεομηνία, φάνηκε η κόρη.  Αυτή θρηνεί σαν το πουλί, που θα βρει, ορφανή, την φωλιά του, χωρίς τα μικρά.  Με αυτόν τον τρόπο θρήνησε και αυτή, σαν βλέπει τον νεκρό.  Σπαράζει, και καταριέται με άγριες κατάρες αυτούς, που το είχαν κάνει, που είχαν ξεθάψει τον νεκρό.  Την ώρα που κουβαλά στεγνό χώμα, και ραντίζει τον πεθαμένο τρεις φορές με το αγίασμα, ορμήσαμε, και με το πρώτο την πιάσαμε.

Δεν έμοιαζε, καθόλου, ταραγμένη. Την ανακρίναμε, και τίποτα δεν αρνιότανε.

Αυτό μού φέρνει χαρά γλυκόπικρη στα αλήθεια. Όταν γλυτώνεις από τις συμφορές είναι γλυκό, και όμως είναι  πικρό, να σέρνεις φίλους στην συμφορά.  Όμως για μένα δεν μετρά το δεύτερο, δηλαδή το να σέρνω φίλους στην συμφορά, μπροστά στην σωτηρία μου.

 

Β’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Β’ ΣΚΗΝΗ

Στ.441-525

 

Β’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Γ’ ΣΚΗΝΗ

Στ.526-581

 

ΚΡΕΩΝ, ΦΥΛΑΚΑΣ, ΑΝΤΙΓΟΝΗ, ΧΟΡΟΣ

 

ΚΡΕΩΝ: (μιλάει στην Αντιγόνη) Εσύ, τώρα, που σκύβεις το κεφάλι, το

ομολογείς ή αρνιέσαι, πως εσύ είσαι εσύ, που τα έκανες αυτά;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Δεν το αρνιέμαι.

ΚΡΕΩΝ: (μιλάει στον φύλακα)  Πήγαινε τώρα εσύ, είσαι αθώος.

(Φεύγει ο Φύλακας.).

 

(μιλάει στην Αντιγόνη)  Εσύ όμως, πες μου σύντομα, ήξερες πως ήταν απαγορευμένο αυτό που έκανες;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Το ήξερα.

ΚΡΕΩΝ:  Kαι ενώ το ήξερες, είχες την τόλμη, να παραβείς αυτόν τον νόμο;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Δεν ήτανε κανένας Δίας, που το είχε προστάξει.  Ούτε η Δίκη, που κατοικεί μαζύ με τους κάτω θεούς, έβαλε τέτοιους νόμους στους ανθρώπους. Πως θα πέθαινα, το ήξερα καλά, και χωρίς να προστάξεις, να το κηρύξουν. 

Είναι κέρδος για μένα να πεθάνω, που έχω τόσα βάσανα.  Και αν φαίνομαι ανόητη σε εσένα, τώρα, για ό,τι κάνω, μπορώ να πω, πως φαίνομαι ανόητη σε ανόητο άνθρωπο.

ΧΟΡΟΣ:  Φαίνεται το άγριο αίμα στο κορίτσι, που προέρχεται από άγριο πατέρα.  Δεν ξέρει, η Αντιγόνη, να φοβάται μπροστά στο κακό.

ΚΡΕΩΝ:   Να ξέρεις, πως θα περάσει γρήγορα η ξεροκεφαλιά σου. 

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Μήπως θέλεις, να μου κάνεις πιο μεγάλο κακό;  Αφού με έπιασες, θα με σκοτώσεις.

ΚΡΕΩΝ:   Μόνον αυτό θέλω.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Τι κάθεσαι, λοιπόν;  Κανένα από τα λόγια σου, δεν μού είναι ευχάριστο.   Και εσένα, φυσικά, σε ενοχλούν τα δικά μου λόγια. Δεν θα έβρισκα πουθενά τόση τιμή και δόξα, παρά τώρα, που έβαλα τον αυτάδελφο μου σε τάφο.  Όλοι οι άνθρωποι εδώ, το ίδιο θα έλεγαν, αν ο φόβος δεν τους έδενε την γλώσσα.  Οι Βασιλιάδες ό,τι θέλουν, κάνουν, και λένε.

ΚΡΕΩΝ: Από τους συμπολίτες σου, τους Καδμείους, μόνον εσύ τα βλέπεις έτσι.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Τα βλέπουνε και αυτοί, αλλά κλείνουνε το στόμα μπροστά σου.

ΚΡΕΩΝ:  Εσύ, δεν ντρέπεσαι, να έχεις διαφορετική γνώμη από αυτούς; ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Δεν είναι ντροπή, να σέβεται κάποιος  εκείνους, που έχουν το ίδιο αίμα.

ΚΡΕΩΝ: Μήπως και ο άλλος, που σκοτώθηκε από τον αδελφό σου,  δεν είναι αδελφός σου;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Είναι.  Αδελφός από μία μητέρα και από τον ίδιο πατέρα. ΚΡΕΩΝ:   Πώς τον προσβάλλεις, λοιπόν, με το να κάνης χάρη και τιμή στον άλλο;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ο πεθαμένος αδελφός μου δεν θα συμφωνούσε με αυτά που λες.

ΚΡΕΩΝ:  Αφού τον τιμάς το ίδιο, δεν θα συμφωνούσε.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Δεν χάθηκε κάποιος δούλος μου, ο αδελφός μου χάθηκε.

ΚΡΕΩΝ:  Ο νεκρός σου είναι αυτός, που ρήμαξε την χώρα, ενώ ο άλλος αντιστάθηκε για να την υπερασπίσει.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ο Άδης τους ζητάει και τους δυο, με τους νόμους του.

ΚΡΕΩΝ:  Ο καλός με τον κακό, δεν είναι ίσος.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ποιος ξέρει, αν εκεί κάτω, υπολογίζονται αυτά για καλό.

ΚΡΕΩΝ:  Ποτέ ο εχθρός, δεν γίνεται φίλος, και σαν πεθάνει, ακόμα. ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Εγώ γεννήθηκα, για να αγαπώ, και όχι για να μισώ. ΚΡΕΩΝ: Τώρα που θα πας κάτω, στον Άδη, αφού πρέπει να τους αγαπάς, αγάπα τους.  Όμως, όσο ζω εγώ, δεν θα προστάξει γυναίκα. ΧΟΡΟΣ:  Να, μπροστά στις πύλες, και η Ισμήνη, η αδελφή της, που χύνει δάκρυα ποτάμι, για την αγάπη της αδελφής της.  Τα φρύδια της είναι σκιερά σαν σύννεφο, και την ασχημίζουν.  Το πρόσωπό της, που είναι σαν να βλέπεις ένα τριαντάφυλλο, και τα όμορφά της μάγουλα είναι βρεγμένα.

ΚΡΕΩΝ: (μιλάει στην Ισμήνη) Και εσύ, που στο σπίτι μου ήσουνα σαν οχιά, κρυφά, και ούτε το ήξερα, πως θρέφω δυο γυναίκες για δυστυχία και για τον χαλασμό του θρόνου μου.  Και εσύ, Ισμήνη, για πες μου τώρα, θα πεις και εσύ, πως ήσουνα μαζύ της;  Ή θα πεις, πως δεν ξέρεις τίποτα;

ΙΣΜΗΝΗ:  Έκανα και εγώ το ίδιο, και ό,τι λέει αυτή λέω, και είμαι μαζύ της, και φταίω το ίδιο.  

ΑΝΤΙΓΟΝΗ: (μιλάει στην Ισμήνη) Δεν θα σε αφήσει το δίκιο, να το πεις αυτό.  Επειδή, ούτε εσύ θέλησες,  να συμμετέχεις, ούτε και εγώ σε πήρα σύντροφο.

ΙΣΜΗΝΗ:  Και, τώρα, στα βάσανά σου, δεν διστάζω να αρμενίσω στο πέλαγος του πόνου, μαζύ σου.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ποιά από τις δυο μας έκανε το έργο, το ξέρουνε ο Άδης και αυτοί, που είναι κάτω.  Και δεν θέλω την φίλη, που μόνον με τα λόγια, με αγαπάει.

ΙΣΜΗΝΗ:  Όχι, αδελφούλα μου, μην με περιφρονήσεις, για να μην πεθάνω μαζύ σου, και, τον νεκρό, να μην τιμήσω και εγώ.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Εσύ, μην μού πεθάνεις, και μην υπολογίζεις για δικά σου αυτά, που ούτε με το δάκτυλό σου ακούμπησες.  Εγώ που πεθαίνω, είμαι αρκετή.

ΙΣΜΗΝΗ: Και τι την θέλω την ζωή μου, αφού θα χάσω εσένα; ΑΝΤΙΓΟΝΗ: Ρώτα τον Κρέοντα.  Τώρα θα φροντίζεις για αυτόν. ΙΣΜΗΝΗ:  Γιατί με πονείς με αυτά, τα οποία είναι ανώφελα για σένα;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Λυπούμαι που το κάνω, και που σε περιγελώ.

ΙΣΜΗΝΗ:  Και πες μου, πώς να σε ωφελήσω εγώ, τώρα;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Τον εαυτό σου, σώσε.  Δεν σε ζηλεύω, που θα γλυτώσεις.

ΙΣΜΗΝΗ:  Ωιμένα, την δυστυχισμένη.  Γιατί να μην έχω και εγώ την τύχη σου;

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Εσύ προτίμησες να ζεις, και εγώ να πεθάνω.

ΙΣΜΗΝΗ:  Αλλά, και εγώ, σού είχα πει τους λόγους, που έπραξα όπως έπραξα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Εσύ νόμιζες, πως είχες δίκιο με τους δικούς σου λόγους σου,  εγώ νομίζω, ότι έχω δίκηο με τους δικούς μου λόγους.

ΙΣΜΗΝΗ:  Έτσι είμαστε και οι δυο.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Έχε θάρρος.   Εσύ ακόμα ζεις, μα η δική μου η ψυχή είναι καιρό πεθαμένη, για να ωφελεί αυτούς, που έχουν πεθάνει.

ΚΡΕΩΝ:  Αυτά τα κορίτσια.  Λέω πως τώρα δα, φανερώθηκε, τώρα, το ένα άμυαλο.  Η άλλη ήταν από πάντα άμυαλη.

ΙΣΜΗΝΗ: (μιλάει στον Κρέοντα) Ποτέ, Βασιλιά, το μυαλό δεν μένει σε εκείνους, που δυστυχούνε, αλλά, αυτοί χάνουνε το μυαλό τους.

ΚΡΕΩΝ:  Εσένα σού έφυγε το μυαλό, όταν ζήλεψες, και ήθελες να παρανομήσεις μαζύ με τους κακούργους.

ΙΣΜΗΝΗ:  Μήπως είναι ζωή, αυτή που θα κάνω χωρίς αυτήν, μονάχη; ΚΡΕΩΝ:  Μην την λες αυτήν, γιατί, πια, δεν είναι.

ΙΣΜΗΝΗ:  Και θα σκοτώσεις, λοιπόν, την αρραβωνιαστικιά του παιδιού σου;

ΚΡΕΩΝ:  Υπάρχουν και  άλλα χωράφια για όργωμα.

ΙΣΜΗΝΗ: Οι άλλοι δεν θα είναι ταιριασμένοι, όπως είναι αυτή και εκείνος.

ΚΡΕΩΝ: Εγώ σιχαίνομαι τις κακές γυναίκες για τους γυιούς. ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ω Αίμων, αγάπη μου, πώς σε ντροπιάζει ο πατέρας σου. ΚΡΕΩΝ: (μιλάει στην Αντιγόνη) Με ενοχλείς πολύ και εσύ και η παντρειά σου.

ΧΟΡΟΣ: (μιλάει στον Κρέοντα) Μήπως θέλεις, να τού στερήσεις, του παιδιού σου, την παντρειά;

ΚΡΕΩΝ:  Αυτός, που θα χαλάσει αυτόν τον γάμο, είναι ο Άδης.

ΧΟΡΟΣ:  Είναι αποφασισμένο φαίνεται, αυτή να πεθάνει.

ΚΡΕΩΝ:  Και για σένα και για μένα.  Ας μην χάνουμε πια καιρό, παρά, (μιλάει στους δούλους) δούλοι,  πηγαίνετε τις μέσα, και να τις δέσουνε καλά, αυτές τις γυναίκες και να μην τις αφήσουν ελεύθερες, γιατί και οι θαρρετοί φεύγουν, σαν ιδούν το τέλος της ζωής, με τον Άδη να πλησιάζει.

Β’ ΣΤΑΣΙΜΟ

Στ. 582-625

 

ΧΟΡΟΣ

 

ΧΟΡΟΣ:  Καλόμοιρος αυτός, που δεν γεύτηκε μια πικρή ζωή.  Αιώνες, βλέπω πάθη στο σπίτι των Λαβδακιδών.  Η μια γενιά δεν μπορεί να ελαφρώσει την άλλη γενιά.  Κάποιος θεός την ρημάζει, και αλύτρωτη μένει.

Τώρα, στο σπίτι του Οιδίποδα, φάνηκε φως απάνω στη τελευταία του ρίζα, με τον γάμο της Αντιγόνης, όμως το φονικό των θεών του κάτω κόσμου, η τύφλα του νου και ο άμυαλος λόγος, την ρίζα, αυτήν, την κόβει. 

Ποιος αλαζόνας άνθρωπος, Δία, θα υποτάξει την δύναμή σου;  Αιώνιος δυνάστης κυβερνάς στην λαμπερή φωτοχυσία του Ολύμπου. Μέλλον, παρόν και παρελθόν αυτός ο νόμος τα σφραγίζει, ο βίος των θνητών δεν κυκλοφορεί, έξω από το μονοπάτι της συμφοράς, πολύ καιρό.

Κάποιος φανέρωσε βαρύ λόγο, για αυτήν την σοφή κουβέντα, το κακό φαντάζει καλό, στο νου εκείνου, που τον πάει κάποιος θεός στην συμφορά.  Και χαίρεται, έξω από συμφορές, για λίγο χρόνο.

(Έρχεται ο Αίμονας.)

Γ’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Α’ ΣΚΗΝΗ

                                              Στ.626-634      

 

ΧΟΡΟΣ, ΚΡΕΩΝ, ΑΙΜΩΝ

 

ΧΟΡΟΣ: (συνεχίζει και μιλάει στον Κρέοντα) Αλλά να, και ο Αίμονας, το

στερνοπαίδι σου. Άραγε, έρχεται πολύ λυπημένος για το χαμένο του ταίρι;

ΚΡΕΩΝ:  Αμέσως θα το μάθουμε και καλύτερα από τους μάντεις. (Μιλάει στον Αίμονα) Παιδί μου, μήπως άκουσες την τελειωτική ποινή για την μνηστή σου, και φτάνεις στενοχωρημένος στον πατέρα σου ή, ό,τι και να κάνουμε, μάς αγαπάς ακόμη;

 

Γ’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Α’ ΣΚΗΝΗ

Στ.635-765

Γ’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Β  ΣΚΗΝΗ

Στ.766-780

 

ΑΙΜΩΝ, ΚΡΕΩΝ, ΧΟΡΟΣ

 

ΑΙΜΩΝ:  Πατέρα, είμαι δικός σου, και εσύ με κυβερνάς με τις καλές σου συμβουλές, που εγώ βέβαια θα τις ακολουθήσω, γιατί καμμιά παντρειά δεν θα είναι ψηλότερα από σένα, με την προϋπόθεση ότι με οδηγείς καλά.

ΚΡΕΩΝ:  Να συμφωνείς παιδί μου, πάντα, με την γνώμη του πατέρα.  Για αυτό οι άνθρωποι κάνουν ευχές, να γεννήσουν παιδιά υπάκουα, και να τα έχουνε στο σπίτι, για να εκδικούνται τον εχθρό, και, τον φίλο, να τον τιμούνε μαζύ με τον πατέρα.  Και όποιος γεννάει παιδιά χωρίς κάποιο καλό, βάσανα γέννησε.  Και τον κοροϊδεύουν οι εχθροί του. 

Μην χάσεις ποτέ τα λογικά σου, παιδί μου, για χάρη μιας γυναίκας, γιατί μια κακιά γυναίκα είναι σαν τον κακό φίλο.  Φτύσε την, λοιπόν, και εσύ, σαν εχθρό σου, και άφησε την κόρη, την Αντιγόνη, να παντρευτεί  με άλλον στον Άδη, γιατί αφού την έπιασα, δεν θέλω να βγω ψεύτης στον κόσμο, θα την σκοτώσω.  Ας πάει να φωνάζει, και να καταριέται. 

Όποιος δείχνεται, άντρας με αρετή, στους δικούς του ανθρώπους, και στην πολιτεία μέσα, δίκαιος θα φανεί.  Εκείνον όμως, που κριμάτησε, και χαλάει τους νόμους ή με τη βία ή θέλει να προστάζει σε όσους κυβερνούν, αυτόν να μην τον ακούμε.  Πρέπει να ακούμε, αυτόν που έβαλε  ως Άρχοντα η πολιτεία και στα μικρά και στα δίκαια και στα ενάντια.  Και εγώ νομίζω ότι ένας τέτοιος άνδρας θα κυβερνά καλά. 

Πιο μεγάλο κακό, δεν υπάρχει, από την αναρχία.  Αυτή ρημάζει πολιτείες, αυτή σπίτια αναστατώνει, αυτή ανάμεσα στα δόρατα, που πολεμούν μαζύ, φέρνει την υποχώρηση.  Όπου, όμως, στέκονται τα σώματα ολόρθα, η πειθαρχία σώζει τους περισσότερους.  Έτσι, πρέπει να μην νικιέται, κανείς, από την γυναίκα. 

ΧΟΡΟΣ:  Εμείς θαρρούμε, πως είπες φρόνιμα λόγια, με την προϋπόθεση, ότι τα γερατειά, δεν μας κλέψανε την γνώση.

ΑΙΜΩΝ: (μιλάει στον Κρέοντα) Πατέρα, οι θεοί βάζουν, μέσα στους ανθρώπους, το λογικό, και εγώ λέω, ότι τα λες σωστά τα πράγματα.  Αλλά, το δίκιο μπορεί να είναι από το άλλο μέρος.  Εγώ μπορώ να ακούω, πως την κόρη, την Αντιγόνη, την κλαίει όλη η πόλη, γιατί είναι αθωότερη από όλες τις γυναίκες, και χάνεται με άθλιο τρόπο για τις δοξασμένες της πράξεις. 

Λένε:  «Αυτή, που τον σκοτωμένο αδελφό της, έθαψε, αυτή δεν είναι άξια να πάρει χρυσό βραβείο;» 

Πατέρα μου, ως αναφορά εμένα, όταν εσύ είσαι ευτυχισμένος, εγώ είμαι ευχαριστημένος.  Μην κρατάς μέσα σου, τώρα, μια και μόνη γνώμη.  Με λίγα λόγια, έλα, άφησε τον θυμό σου, και άλλαξε ιδέα.  Επειδή, δεν είναι και πολύ συνηθισμένο πράγμα, όμως είναι καλό κάποιος να μαθαίνει, και από όσους λένε καλά.

ΧΟΡΟΣ: (μιλάει στον Κρέοντα) Σε σένα ταιριάζει Βασιλιά, αν λέει τίποτα σωστό, να το μάθεις και εσύ, πάλι, από αυτόν.  Γιατί και οι δυο μιλήσατε καλά.

ΚΡΕΩΝ: Εμείς που είμαστε τόσων χρονών, θα μάθουμε τώρα να κρίνουμε από έναν τόσον δα μικρό;

ΑΙΜΩΝ:  Δεν λέω τίποτα άδικο.  Και αν είμαι νέος εγώ, μην κοιτάς τα χρόνια μου πιο πολύ από τα έργα μου.

ΚΡΕΩΝ:  Έργα είναι, να τιμάς αυτούς, που κάνουν τα άπρεπα;

ΑΙΜΩΝ:  Δεν είπα, να σεβόμαστε τους κακούς.

ΚΡΕΩΝ:  Μήπως, τέτοια αρρώστεια δεν είναι και αυτή;

ΑΙΜΩΝ:  Άλλα λέει ολάκαιρος ο λαός, μέσα στην Θήβα.

ΚΡΕΩΝ:  Ώστε, οι πολίτες, θα μάς πουν, τι πρέπει να προστάζουμε; ΑΙΜΩΝ:  Βλέπεις, που το είπες, τώρα, αυτό, σαν να ήσουν πολύ νέος; ΚΡΕΩΝ:  Εγώ είμαι ο άρχοντας.

ΑΙΜΩΝ:  Η Πολιτεία δεν είναι μόνον ενός ανθρώπου.

ΚΡΕΩΝ: Τι, δεν είναι η Πολιτεία του Βασιλιά;

ΑΙΜΩΝ:  Έτσι όπως τα λες, φαίνεται ότι, θα βασίλευες μονάχος στην ερημιά.

ΚΡΕΩΝ: (μιλάει στον Χορό) Αυτός φαίνεται ότι, είναι ένα με την γυναίκα.

ΑΙΜΩΝ:  Αν με την λέξη γυναίκα, εννοείς, εσένα, ναι, γιατί για σένα φροντίζω.

ΚΡΕΩΝ:  Α! παλιάνθρωπε, εμένα δικάζεις, τον πατέρα σου;

ΑΙΜΩΝ:  Επειδή βλέπω, που κάνεις λάθος.

ΚΡΕΩΝ:  Κάνω λάθος, επειδή σέβομαι τα δίκαια του θρόνου μου;

ΑΙΜΩΝ:  Δεν τα σέβεσαι, αφού καταπατείς τις τιμές των θεών.

ΚΡΕΩΝ:  Ω, βρώμικη ψυχή, να είναι αποκάτω από την γυναίκα! ΑΙΜΩΝ:  Δεν θα με κάνεις, ποτέ σου, να ξεπέσω στα κακά πράγματα.

ΚΡΕΩΝ:  Και όμως, όλα σου τα λόγια είναι για την Αντιγόνη.

ΑΙΜΩΝ:  Και για σένα και για μένα και για τους θεούς του Άδη. ΚΡΕΩΝ:  Αφού είσαι κλωτσοσκούφι μιας γυναίκας, μην με σκοτίζεις. ΑΙΜΩΝ:  Εσύ, ό,τι θέλεις, λες.

ΚΡΕΩΝ:  Αυτήν, ζωντανή, δεν θα την πάρεις ποτέ σου γυναίκα.

ΑΙΜΩΝ: Τότε θα πεθάνει, και πεθαίνοντας παίρνει άλλον μαζύ.

ΚΡΕΩΝ:  Και μού έρχεσαι, αναιδή, με φοβέρες, εδώ;

ΑΙΜΩΝ: Φοβέρα το λες, να αντιμιλάει κανείς σε λόγια του αέρα; ΚΡΕΩΝ:  Θα κλάψεις, για να βάλεις γνώση, εσύ που είχες αέρα αντί για μυαλό.

ΑΙΜΩΝ:  Αν πατέρας μου δεν ήσουν, θα έλεγα, πως εσύ δεν έχεις τα λογικά σου.

ΚΡΕΩΝ:  Αλήθεια.  Ώ, τότε, μα τον Όλυμπο, δεν θα το χαρείς, που με έβρισες.

(Προς τους δούλους)  Πήγαινε, φέρε εκείνη την σιχαμένη.  Με τα μάτια του, να την δει, τώρα εδώ, μπροστά του, να πεθάνει, στο πλάϊ του γαμπρού.

ΑΙΜΩΝ:  Για μένα όχι, μην το νομίζεις αυτό, ποτέ.  Ούτε μπροστά μου θα πεθάνει, ούτε, και εσύ, θα με ξαναδείς άλλη φορά στα μάτια σου.

(Φεύγει ο Αίμων)

 

ΧΟΡΟΣ: (μιλάει στον Κρέοντα)  Έφυγε ο νέος, Βασιλιά, βιαστικά από το θυμό του.

ΚΡΕΩΝ:  Ας κάνει, ό,τι νομίζει.  Αυτά τα κορίτσια, δεν θα τα γλυτώσει από την τύχη τους.

ΧΟΡΟΣ:  Εννοείς, να σκοτώσεις και τις δυο;

ΚΡΕΩΝ:  Όχι.  Δεν θα σκοτώσω αυτήν, που δεν έβαλε το χέρι της.

ΧΟΡΟΣ:  Και της άλλης, τι θάνατο σκοπεύεις να της δώσεις;

ΚΡΕΩΝ:  Θα την πάω εκεί, όπου χάνεται ο δρόμος των ανθρώπων - στην ερημιά -.  Και εκεί, ας παρακαλέσει τον Άδη, που από όλους τους θεούς, μονάχα αυτόν σέβεται, και ίσως καταφέρει, να μην πεθάνει.  Ή να καταλάβει, ότι είναι χαμένος κόπος, να δίνει κανείς τιμή σε αυτούς, που είναι στον Άδη.

Γ’ ΣΤΑΣΙΜΟ

Στ. 781-800

 

ΧΟΡΟΣ

ΧΟΡΟΣ:  Έρωτα, που δεν γονάτισες, ποτέ, στον πόλεμο, Έρωτα, που ορμάς, και γεμίζεις την πλάση, που νυχτώνεις στα απαλά τα μάγουλα της κόρης, που σεργιανάς τις θάλασσες και των ξωμάχων τα κατώφλια, κανείς δεν σού γλυτώνει, μηδέ θνητός, μηδέ αθάνατος.  Εσύ ξεστρατίζεις τον νου των δικαίων, και τον σέρνεις στον χαμό.  Εσύ, και τούτη την διαμάχη, την φούντωσες μέσα σε αυτήν την οικογένεια. 

(Η Αντιγόνη βγαίνει από το παλάτι συνοδευόμενη από φρουρούς.)

 

Δ’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Α’ ΣΚΗΝΗ

Στ. 801-882

 

ΧΟΡΟΣ, ΑΝΤΙΓΟΝΗ

 

ΧΟΡΟΣ: (συνεχίζει) Τώρα, και εγώ προδίνω τις αρχές μου, βλέποντας αυτά, και δεν μπορώ να σταματήσω τις πηγές των δακρύων, σαν βλέπω την Αντιγόνη, να πορεύεται στο κοινό κοιμητήρι των ανθρώπων.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ω πολίτες της πατρικής μου χώρας, ιδού πορεύομαι τον τελευταίο δρόμο.  Ο Άδης, με πάει ζωντανή, στο ακρογιάλι.  Νυφούλα δεν στολίστηκα, και ούτε τραγούδησαν ποτέ νυφιάτικο τραγούδι στην πόρτα μου. 

ΧΟΡΟΣ:  Ξακουστή και παινεμένη προχωράς.  Δικό σου νόμο χάραξες.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ω πόλη, ω άρχοντες της πόλης μου, πηγές της Δίρκης, άλσος της Θήβας που καμάρωνε τα αμάξια της, σάς βάζω μάρτυρες με την σειρά.  Πώς από φίλους άκλαυτη, με ποιους νόμους πορεύομαι σε χωματένια φυλακή;  

ΧΟΡΟΣ:  Πληρώνεις του πατέρα σου, μέγα κρίμα.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Άγγιξες τις μνήμες, που με πονάνε. 

ΧΟΡΟΣ:  Καλός, είναι, ο σεβασμός στην τάξη, που είναι άγια, όμως είναι χαμένος κόπος, να αψηφάς την εξουσία.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Άκλαυτη και άφιλη, χωρίς τραγούδια γάμου, η μαύρη, σέρνομαι, στον τελευταίο δρόμο μου.  Κανείς φίλος δεν στενάζει, για την αδάκρυτη μοίρα μου.

(Μπαίνει ο Κρέοντας.)

Δ’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Β’ ΣΚΗΝΗ

Στ. 883-943

 

ΚΡΕΩΝ, ΑΝΤΙΓΟΝΗ, ΧΟΡΟΣ

 

ΚΡΕΩΝ:  Τα μοιρολόγια και οι θρήνοι, το ξέρεις, δεν κάνουνε τίποτε.  (Απευθύνεται στους φρουρούς.)

Πάρτε τη γρήγορα.  Άστε την μόνη και έρημη, θαμμένη σε ένα τέτοιο σπιτικό.  Η κόρη αυτή θα χάσει τον επάνω κόσμο.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Έρχομαι, να βρω τους δικούς μου νεκρούς. Η ελπίδα με τρέφει, πως θα βρω, κατεβαίνοντας, του πατέρα, την αγάπη, την αγάπη σου, μάνα, και την αγάπη σου, αδελφέ μου.  Εγώ, με τα χεράκια μου, σάς έλουσα, σάς στόλισα νεκρούς.  Τον τάφο σας, τον πότισα μέλι, γάλα και νερό.  Και τώρα, Πολυνείκη, εγώ σε τίμησα, και οι φρόνιμοι θα πούνε, πόσο σε τίμησα.  Γιατί να σηκώνω τα μάτια στον ουρανό, η δύστυχη;  Σε ποιον να φωνάξω βοήθεια;  Εγώ τιμούσα, και με ατίμασαν φριχτά.

ΧΟΡΟΣ:  Στην ψυχή της φυσούν ριπές ανέμων, πάλι και πάλι, και τρέμει.

ΚΡΕΩΝ:  Αργούν, και, θα κλάψουν, αυτοί που την πάνε.

ΑΝΤΙΓΟΝΗ:  Ω πόλη των πατέρων μου, Θήβα, το τέλος σιμώνει. Κοιτάξτε, της Θήβας οι άρχοντες, την μόνη, την στερνή Βασιλοκόρη, τι παθαίνω, και από ποιους το παθαίνω, εγώ που ξοδεύτηκα τιμώντας τους θεούς.

(Οι φρουροί οδηγούν την Αντιγόνη έξω.)

 

Δ ΣΤΑΣΙΜΟ

Στ. 944-987

 

                                                               ΧΟΡΟΣ

 

ΧΟΡΟΣ:   …  

Ε ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Α’ ΣΚΗΝΗ

Στ. 988-1090

 

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ, ΟΔΗΓΟΣ, ΚΡΕΩΝ

 

(Έρχεται ο Τειρεσίας στηριζόμενος στον οδηγό).

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Άρχοντες της Θήβας, μαζύ ερχόμαστε και οι δύο, με του ενός τα μάτια, γιατί οι τυφλοί βρίσκουνε τον δρόμο μόνο με οδηγό. ΚΡΕΩΝ:  Τι καινούργιο φέρνεις, γερο - Τειρεσία;

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Εγώ θα σού το πω, και εσύ άκουγε τον μάντη.

ΚΡΕΩΝ:  Ποτέ ως τώρα, δεν αψήφησα τα λόγια σου.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ: Για αυτό και κυβέρναγες, καλά, τούτη την πολιτεία. ΚΡΕΩΝ: Δεν μπορώ να μαρτυρήσω, πως δεν μού χρησίμεψαν. ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Να ξέρεις τώρα, πως περπατείς στην κόψη της τύχης, επάνω.

ΚΡΕΩΝ:  Τι λες;  Τρομάρα, μού φέρνει, ο λόγος σου.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Να το νοιώσεις, άμα ακούσεις τα σημάδια της τέχνης μου. Ενώ καθόμουν στο θρονί μου, ακούω άγνωστο ήχο από όρνια, που έκραζαν ακατανόητα, και, κροτούσαν, οι φτερούγες τους. Τρόμαξα, και αμέσως, πήγα να εξετάσω τα καψαλίσματα στους βωμούς.

Άκουγα, από τούτο το παιδί, πως χαλούσαν οι μαντείες με άσχημα σημάδια, γιατί αυτός, εδώ, είναι οδηγός σε εμένα, όπως εγώ στους άλλους. Για αυτά υπέφερε η πόλη, εξαιτίας του κεφαλιού σου.  Και ύστερα, οι θεοί δεν δέχονται, πια, παρακάλια και θυσίες από εμάς.

Για τούτο, γυιε μου, βάλε γνώση, όλοι οι άνθρωποι το έχουν, να πλανεύονται.  Μα, και όταν πλανευτεί, δεν θα είναι άμυαλος άντρας εκείνος, και ούτε και δυστυχής, που έχοντας ξεπέσει στο κακό, το διορθώνει, και δεν μείνει ακούνητος.

Έλα, κάνε το θέλημα του νεκρού, και μην πονείς τον πονεμένο. Για ανδρεία το έχεις, να σκοτώσεις, άλλη μια φορά, αυτόν που πέθανε;   Επειδή θέλω το καλό σου, σού λέω το καλό, και είναι πολύ ευχάριστο, να μαθαίνει κανείς, από οποίον λέει καλά, σαν φέρνει κέρδος.

ΚΡΕΩΝ:  Άκουσε, γέρο και όλοι εσείς που έρχεστε επάνω σε έναν, επάνω σε μένα, και  σημαδεύετε σαν σκοπευτές.  Δεν λείψανε, από πάνω μου, οι προφητείες. 

Κοιτάτε, εσείς, να βγάλετε χρήματα με αυτά που κάνετε, εκείνον, όμως, σε τάφο, δεν θα βάλετε.  Δεν θα φοβηθώ, ούτως ώστε να τον αφήσω, να τον θάψουν εκείνον.  Γιατί ξέρω καλά, πως κανείς άνθρωπος δεν έχει δύναμη, να προσβάλλει τους θεούς.  Ξεπέφτουν, και οι πιο μεγάλοι από τους θνητούς, και γίνονται κουρέλια ελεεινά, σαν λένε αισχρά πράγματα αντί καλά, για να κερδίσουν.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Κρίμα. Δεν ξέρετε κανένας σας, δεν λέτε;

ΚΡΕΩΝ:  Τι πράγμα;   Τι το λες αυτό για όλους μας;

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ: Πως το καλύτερο απόκτημα στον άνθρωπο είναι η φρόνηση.

ΚΡΕΩΝ:  Εγώ, λέω, ότι και η κουταμάρα φέρνει βλάβη.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Από αυτή, δα, την αρρώστεια, εσύ είσαι γεμάτος.

ΚΡΕΩΝ:  Δεν θέλω να αντιμιλήσω άσχημα στον μάντη.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ: Και μήπως δεν το κάνεις, σαν λες, πως προφητεύω ψέμματα;

ΚΡΕΩΝ:  Όλο το σόϊ των προφητών αγαπάει τα λεφτά.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Και οι Βασιλιάδες, πάλι, την αισχροκέρδεια.

ΚΡΕΩΝ:  Ξέρεις, πως αυτό που λες, το λες στον άρχοντά σου;

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Το ξέρω, γιατί, από μένα, κρατάς δική σου αυτήν την πόλη. ΚΡΕΩΝ:  Είσαι σοφός μάντης εσύ, αλλά, αγαπάς το άδικο.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ: Θα με κάνης, να σού πω, όσα έχω κρυμμένα μέσα στην καρδιά μου.

ΚΡΕΩΝ:  Λέγε τα, μόνο μην μιλάς για κέρδη.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ:  Αυτό, το έκανα για χάρη σου, ίσαμε τώρα.

ΚΡΕΩΝ:  Να ξέρεις, πως εμένα, δεν με πουλάς με αυτά.

ΤΕΙΡΕΣΙΑΣ: Εσύ, όμως, να ξέρεις, πως ο ήλιος δεν θα τελειώσει βιαστικός, πολλούς γύρους, πού θα δώσεις ένα νεκρό από τα σπλάχνα σου.  Θα σε τιμωρήσουν.  Παραφυλάνε αυτές, οι Ερινύες του Άδου και των θεών, να σε πιάσουν στα κρίματά σου επάνω.   Κοίτα, αν στα λέω αυτά, επειδή με έχουν χρυσώσει.

Δεν θα περάσει πολύς καιρός, και θα ακουστούν στα σπίτια σου θρήνοι, από άντρες και γυναίκες.   Η πολιτεία θα γίνει εχθρός σου. 

Γιατί με πίκρανες και από τον θυμό μου, σού έριξα σαϊτιές, σαν τοξότης, στην καρδιά, που δεν θα πάνε χαμένες, γιατί δεν θα ξεφύγεις από την φλόγα τους.

(μιλάει στον οδηγό) Παιδί, πήγαινέ με μακρυά από εδώ, στο σπίτι μου, για να βγάλει αυτόν τον θυμό του σε έναν πιο νεώτερο, και να μάθει, να κρατάει, την γλώσσα του, ησυχότερη, και, τον νου, με πιο καλλίτερη γνώση από αυτήν που έχει ως τώρα.

(Φεύγει ο Τειρεσίας).

Α’ ΕΠΕΙΣΟΔΙΟ

Β’ ΣΚΗΝΗ

ΣΤ. 1091-1114

 

ΧΟΡΟΣ, ΚΡΕΩΝ

 

ΧΟΡΟΣ:  Έφυγε, Βασιλιά, ο γέρος, με προφητείες φριχτές, και όλοι μας ξέρουμε, από τον καιρό που η τρίχες μας γίνανε από μαύρες, άσπρες, πως αυτός, ο Τειρεσίας, δεν έχει πει ψέμα, ποτέ του, στην πολιτεία.

ΚΡΕΩΝ:  Το είδα και εγώ, και μού ταράζει την ψυχή. Κακό είναι, να υποχωρεί κανείς, αλλά και εκείνος που αντιστέκεται, η συμφορά, που θα τον λυπήσει, είναι κοντά.

ΧΟΡΟΣ:  Τώρα, χρειάζεται καλή σκέψη, Κρέων, γυιε του Μενοικέως.

ΚΡΕΩΝ:  Τι πρέπει να κάνω, πες μου, και εγώ θα ακούσω.

ΧΟΡΟΣ:  Πήγαινε, και βγάλε το κορίτσι από το βαθύσκαφτο σπίτι, και

κάνε του αδελφού της τάφο.

ΚΡΕΩΝ:  Και το βρίσκεις αυτό καλό;  Λες να υποχωρήσω;

ΧΟΡΟΣ:  Όσο μπορείς πιο γρήγορα, Βασιλιά μου, επειδή οι τιμωρίες των θεών προλαβαίνουν, γοργοπόδαρες, όσους θέλουνε το κακό.

ΚΡΕΩΝ:  Ωιμένα, μόλις το μπορώ, μα η καδιά με σπρώχνει, να το κάνω.  Δεν θέλω, να μπω σε κακό πόλεμο, με την ανάγκη.

ΧΟΡΟΣ:  Έλα, κάνε τώρα αυτά, και μην πάει ο νους σου σε άλλο.

ΚΡΕΩΝ:  Όπως είμαι, πηγαίνω.

Ελάτε, ελάτε, όσοι με ακολουθείτε, και όσοι είναι εδώ μπροστά, και όσοι λείπουν.  Πάρτε αξίνες στα χέρια, και τρέξτε στο μέρος το απόμακρο ......... .....................

........... εγώ, αφού άλλαξα την γνώμη, όπως ο ίδιος έδεσα, έτσι και θα λύσω, γιατί φοβάμαι, μην είναι το καλύτερο, την ζωή του, να περνάει, κανείς, κρατώντας τους νόμους.

(Φεύγει ο Κρέων)

Ε’ ΣΤΑΣΙΜΟ

ΣΤ. 1115- 1153

 

ΧΟΡΟΣ

 

ΧΟΡΟΣ:  Τώρα, που ξαφνικός λοιμός μέσα στην πόλη σέρνεται, κατέβα τις πλαγιές του Παρνασσού ή τα στενά περάσματα του Πόντου, που βουίζουν, και έλα με το καλό ποδαρικό, να μάς γιατρέψεις.

(Μπαίνει ένας αγγελιαφόρος.)

ΕΞΟΔΟΣ

Α’ ΣΚΗΝΗ

ΣΤ. 1155 – 1182

 

ΑΓΕΛΟΣ, ΧΟΡΟΣ, ΕΥΡΙΔΙΚΗ

 

ΑΓΕΛΟΣ:  Γείτονες του Κάδμου, ποτέ δεν θα δοξάσω κανέναν άνθρωπο, και ποτέ δεν θα δικάσω. Η τύχη στεριώνει τον τυχερό, η τύχη, πάντα, σωριάζει τον άτυχο, κανείς δεν μαντεύει τα γραμμένα των θνητών.  Ήταν, νομίζω, ζηλευτός και ο Κρέοντας, ως τα τώρα, από τους εχθρούς του.  Γλύτωσε την γη του Κάδμου, κυβέρνησε, ως απόλυτος μονάρχης, την χώρα, έσπειρε καλά παιδιά, και θέριζε καρπούς.  Όλα τώρα σωριάστηκαν κάτω. 

Όταν ο άνθρωπος σκοτώσει την χαρά του, δεν τον έχω να ζει, για ζωντανό - νεκρό τον έχω. Μάζευε στο κατώι πλούτη σωρό, και, αν λαχταράς, ζήσε βασιλικά.  Αν όμως, η χαρά σου πέταξε, δεν σού έδινα ούτε το πιο φθηνό δώρο.

ΧΟΡΟΣ:  Ποια, πάλι, δεινά φέρνεις στους Βασιλιάδες;

ΑΓΓΕΛΟΣ:  Είναι νεκροί, και φταίνε οι ζωντανοί για τον θάνατό τους.

ΧΟΡΟΣ:  Μίλα, ποιος ο φονιάς και ποιος ο σκοτωμένος;

ΑΓΓΕΛΟΣ:  Ο Αίμονας χάθηκε, σκοτώθηκε με το χέρι.

ΧΟΡΟΣ:  Με του πατέρα ή με το δικό του;

ΑΓΓΕΛΟΣ: Μόνος του.  Νευρίασε για, του πατέρα του, τον φόνο.

ΧΟΡΟΣ:  Ω μάντη, αλήθεψαν, τα λόγια σου.

ΑΓΓΕΛΟΣ:  Έτσι με αυτά, για τα άλλα, τώρα, να σκεφτούμε.

 (Ο αγγελιαφόρος ετοιμάζεται να φύγει. Τη στιγμή αυτή έρχεται από το παλάτι η Ευρυδίκη.)

 

ΧΟΡΟΣ: Μα, να βλέπω, κοντά μας, την δύστυχη Ευρυδίκη, την γυναίκα του Κρέοντα.  Από το παλάτι βγαίνει, είτε για το παιδί της άκουσε, είτε στην τύχη βγαίνει.

ΕΞΟΔΟΣ

Β’ ΣΚΗΝΗ

ΣΤ. 1183-1256

 

ΕΥΡΥΔΙΚΗ, ΑΓΓΕΛΟΣ, ΧΟΡΟΣ

 

ΕΥΡΥΔΙΚΗ:  Συμπολίτες, πήρε, το αυτί μου, τα λόγια σας, περνώντας την αυλόπορτα, καθώς κινούσα, να πάω στην Παλλάδα, την θεά, να προσκυνήσω.  Στην τύχη, την στιγμή που ξέσφιγγα την αμπάρα της πόρτας, για να ανοίξει, βουίζει στα αυτιά μου, συμφορά του σπιτιού, πήγα να λιποθυμήσω, και γέρνοντας στην αγκαλιά των γυναικών, των ακολούθων μου, χάνω τον κόσμο.  Ό,τι και να είναι το κακό, πέστε το, πάλι, δεν είμαι αμάθητη στις συμφορές, και θα ακούσω.

ΑΓΓΕΛΟΣ:  Εγώ, καλή κυρά μου, που το είδα, θα σού το πω, και δεν κρύβω, τίποτα, από την αλήθεια.  Γιατί να μαλακώσω τον πόνο σου, και ύστερα να φανώ ψεύτης;  Το σωστό είναι πάντα αλήθεια.

Εγώ, τον άντρα σου, τον ακολούθησα, έγινα σκιά του, ως το ψήλωμα του κάμπου, όπου, ακόμα, βρίσκονταν ο Πολυνείκης.  Κάναμε, στον Πλούτωνα και στην Εκάτη, δέηση, για να μάς λυπηθούν, και να καταλαγιάσουν την οργή τους.

Λούσαμε, με καθαρό νερό, τον πεθαμένο, και τον θάψαμε.  Ύστερα ξεκινήσαμε για την σπηλιά της κόρης, της Αντιγόνης.  Κάποιος από εμάς, ακούει τότε, από μακριά, προς την μεριά Αντιγόνης, κάποιες φωνές και θρήνους, και τρέχει, να το πει στον Αφέντη, τον Κρέοντα.  Αυτός, σέρνοντας βαριά τα πόδια, πηγαίνει κοντά. 

Ο Κρέοντας ακούει κάτι, στενάζει, και θρηνεί λέγοντας: «Ο κακόμοιρος, μήπως είμαι εγώ ο μάντης;  Από όσους δρόμους πέρασα, μήπως πήρα, τώρα, τον πιο πικρό δρόμο;  Η φωνή του παιδιού μου, είναι, αυτή που άκουσα.  Δούλοι, τρέξτε, γρήγορα, φτάστε στην σπηλιά κοντά, και μπείτε μέσα στο στόμα της, και κοιτάξτε:   Του Αίμονά μου, την φωνή, ακούω ή μήπως οι θεοί με πλανεύουν;»

Κάνουμε αυτό, που μάς πρόσταξε ο πικραμένος μας αφέντης, κοιτάμε, και τι βλέπουμε;  Στο βάθος της σπηλιάς είναι εκείνη σκοτωμένη και αυτός, ο Αίμονας, την σφίγγει στην μέση.  Φώναζε ο Αίμων για την αρραβωνιαστικιά του, που χάθηκε στον Άδη, για τα έργα του γονιού του, και για τον άτυχο γάμο του, που δεν έγινε. 

Μόλις τον βλέπει ο Κρέοντας, φωνάζει δυνατά, προχωρεί κοντά του, και τού λέει με θρήνο:  «Τι έκανες, δύστυχε;  Τι έβαλες στον νου σου;   Ποια συμφορά σε ρήμαξε;   Σε παρακαλώ στα γόνατα, στα γόνατα, παιδάκι μου, βγες έξω.»

Μα το παιδί, ρίχνοντας άγριες ματιές, και χωρίς να τού πει κουβέντα, τραβά δίστομο μαχαίρι από την θήκη του, και ορμάει στον πατέρα του.  Ο πατέρας του γλύτωσε.  Ο Αίμονας αστόχησε.

Θυμώνει με την τύχη του, ο δόλιος ο Αίμονας, σκοτώνεται, και  αγκάλιασε σφιχτά την κόρη.

Στου Χάρου το παλάτι, γιόρτασε τις χαρές του γάμου, ο δόλιος.  Και αυτό είναι παράδειγμα, πως το να είσαι άμυαλος, είναι το πιο μεγάλο κακό στον κόσμο.

(Η Ευρυδίκη μπαίνει σιωπηλή στο παλάτι.)

 

ΧΟΡΟΣ:  Πώς το εξηγείς αυτό;  Η κυρία μας έφυγε πάλι, προτού να πει μια λέξη, καλή ή κακή.

ΑΓΓΕΛΟΣ:  Τα έχω, και εγώ, χαμένα.  Ελπίζω, πως δεν καταδέχτηκε, να κλάψει μπροστά στον κόσμο, ακούγοντας του γιου της, την συμφορά.  Θα βάλει τις γυναίκες στην αυλή, να σύρουν μοιρολόϊ, για το πένθος του σπιτιού.  Έχει μυαλό, και δεν θα κάνει κρίμα.

ΧΟΡΟΣ: Δεν ξέρω. Ασήκωτη, νομίζω, είναι και η σιωπή, καθώς, ανώφελος είναι, και ο μεγάλος θρήνος.

ΑΓΓΕΛΟΣ: Θα μάθουμε, μπαίνοντας μέσα, μήπως, κλειδώνει, κρυφό μυστικό, στην βαριά, την ψυχή της.  Καλά το λες, και, είναι ασήκωτο, το βάρος της μεγάλης σιωπής.

(Ο αγγελιαφόρος αποχωρεί).

ΕΞΟΔΟΣ

Γ’ ΣΚΗΝΗ

ΣΤ. 1257-1276

 

ΚΡΕΩΝ, ΦΡΟΥΡΟΙ, ΑΙΜΩΝ, ΧΟΡΟΣ

 

(Έρχεται ο Κρέοντας από τους αγρούς, συνοδευόμενος από φρουρούς, που μεταφέρουν το νεκρό σώμα του Αίμονα.)

ΧΟΡΟΣ:  Μα να, φτάνει, και ο ίδιος ο βασιλιάς.  Και αν πρέπει να το πω, στα χέρια του κρατεί φανερό σημάδι, και όχι μια ξένη.

ΚΡΕΩΝ: Ώχου, μυαλό χωρίς κυβερνήτη, κρίματα πεισματικά του θανάτου.  Βλέπετε, ότι σκοτωμένοι και φονιάδες είναι ένα σόι;  Ώχου, τύφλα μου, που είσαι γεμάτη συμφορές.  Ώχου, παιδί μου, πέθανες νιος, ωχ και ωχ, και πας στον θάνατο άγουρος από δική μου αμυαλιά και όχι δική σου.

ΧΟΡΟΣ:  Αλλοίμονο, το δίκαιο, το είδες αργά, νομίζω,.        

ΚΡΕΩΝ:  Αλλοίμονο, φωτίστηκα, εγώ που ήμουνα σκοτεινός.  Κάποιος θεός, με τύφλωνε.  Αχ και αχ, καημοί των ανθρώπων, αγιάτρευτοι.

 

ΕΞΟΔΟΣ

Δ’ ΣΚΗΝΗ

ΣΤ. 1277-1327

 

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ, ΚΡΕΩΝ, ΕΥΡΙΔΙΚΗ, ΧΟΡΟΣ

 

(Ο εξάγγελος βγαίνει από το παλάτι.)

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ:  Ήρθες, αφέντη μου, χορτάτος από συμφορές.  Και άλλες κρατάς στα χέρια σου, νομίζω, θα δεις, σαν μπεις, γρήγορα, στο σπίτι σου.

ΚΡΕΩΝ:  Μα τι; Υπάρχουν και χειρότερα από τα χειρότερα;

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ:  Η γυναίκα σου πέθανε.  Η καλομάνα του νεκρού, του γυιου σου, η δύστυχη, πριν λίγο.

ΚΡΕΩΝ:  Ωχού, ωχού, αλύπητο λιμάνι του θανάτου, γιατί με σωριάζεις;  Ω, εσύ, που με υποδέχεσαι με πικρά και φοβερά μαντάτα, τι μουρμουρίζεις;  Αλλοίμονό μου, εμένα, τον πεθαμένο, με αποτελειώνεις.  Τι λες, παιδάκι μου, για ποιο καινούργιο λες, αλλοίμονο, νεκρό, για ποιας γυναίκας λες την μοίρα, που με αγκαλιάζει του χαμού;

(Οι πύλες του παλατιού ανοίγουν, και το νεκρό σώμα της Ευρυδίκης μεταφέρεται στη σκηνή.)

 

ΧΟΡΟΣ:  Μπορείς να δεις, δεν είναι πια κρυφό.

ΚΡΕΩΝ:  Ωχού!  Βλέπω το δεύτερο κακό, ο κακορίζικος.  Ποια μοίρα, ποια με καρτερεί ακόμα;  Κρατώ στα χέρια το παιδί μου, ο μαύρος, και βλέπω άλλον νεκρό μπροστά μου.  Αχ, άμοιρη μητέρα, και αχ, παιδάκι μου.

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ:  Σκοτώθηκε μπροστά στον βωμό, και βύθισε τα βλέφαρά της στο σκοτάδι.  Τον Μεγαρέα, θρήνησε, που πέθανε νωρίτερα, το άδειο στρώμα και αυτόν εδώ, και ύστερα καταράστηκε εσένα, τον παιδοκτόνο, να σε βρει κακό.

ΚΡΕΩΝ:  Συμφορά μου, μού πήρε τον νου τρομάρα.  Γιατί κανείς δεν με χτυπά κατάστηθα με δίκοπο μαχαίρι;  Ο μαύρος και έρμος, αχ, λιώνω σε μαύρη συμφορά.

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ:  Η Ευρυδίκη σε ονομάτιζε αιτία του θανάτου, και αυτού και κείνου.

ΚΡΕΩΝ:  Και πώς δώθηκε στο Χάρο;

ΕΞΑΓΓΕΛΟΣ:  Σκοτώθηκε, σαν άκουσε τον χαμό του γιου της, που την

γέμισε πολλά δάκρυα.

ΚΡΕΩΝ:  Αλλοίμονο, κανείς άλλος θνητός ποτέ, μονάχα εγώ, θα φορτωθώ με αυτό το κρίμα.  Εγώ, εγώ σε σκότωσα, ο μαύρος, αχ, εγώ, αλήθεια, λέω.  Πάρτε με, δούλοι, σύρτε με γρήγορα μακριά, γιατί δεν είμαι παρά τίποτα.

ΧΟΡΟΣ:  Ζητάς κέρδος, αν οι δυστυχίες είναι κέρδος.  Είναι καλό να σκοντάφτεις, λίγο καιρό, στις πίκρες.

 

ΕΞΟΔΟΣ

Δ’ ΣΚΗΝΗ

1328- 1353

 

ΚΡΕΟΝΤΑΣ, ΧΟΡΟΣ

 

ΚΡΕΟΝΤΑΣ:  Ας έρθει, ω ας έρθει, ας φανεί, η καλλίτερη μου μοίρα, να φέρει εμένα, στης ζωής μου το τέρμα, στο στερνό.  Ω ας έρθει, ω ας έρθει, να μην ξαναδώ, πια, άλλη μέρα.

ΧΟΡΟΣ: Αυτά είναι μελλούμενα.  Τώρα, είναι ανάγκη, να γίνει κάτι, για όσα έχουμε μπροστά μας.  Για τα άλλα, έχουν την έγνοια τους, εκείνοι που πρέπει να την έχουν.

ΚΡΕΟΝΤΑΣ:  Μα εγώ ευχήθηκα εκείνα, που λαχταρά η καρδιά μου.

ΧΟΡΟΣ:  Καμμιά ευχή μην κάνεις, και δεν είναι στο χέρι των ανθρώπων, να αποφύγουν την συμφορά, που τους γράφει η μοίρα τους.

ΚΡΕΟΝΤΑΣ:  Πάρετε εμένα, τον αχρείαστο, πάρε από εδώ, εμένα, που και σένα, παιδί μου, χωρίς να θέλω σκότωσα, και σένα την δυστυχισμένη.  Σε ποιον να στρέψω από τους δυο, να βρω αποκούμπι;  Πάνε όλα μου, που, τέτοια ασήκωτη μοίρα, πήδησε πάνω στο κεφάλι μου.

 

 

ΤΕΛΟΣ



Δεν υπάρχουν σχόλια:

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...

Ετικέτες

'Ο νοικάρης του τρίτου (1) ΄ Μάνα κουράγιο (1) 12 ένορκοι (3) 1915 (1) 1932 (1) 1952 (1) 1954 (1) 1962 (1) 1977 (1) 1978 (1) 1989 (1) 2008 (1) 2018 (1) 2023-24 (1) 28η Οκτωβρίου 1940 (1) 80 αναρτήσεις (1) Αγαμέμνων (2) Αγγλία (2) Αγκάθα Κρίστι (2) Αδριανή Λεκουβρέρ (1) Αθήνα (1) Αισχύλος (1) Αλέκα Κατσέλη (1) Αλέξης Μινωτής (3) Αλίκη Βουγιουκλάκη (1) Άλκηστις (1) αλλαγή (1) Άμλετ (3) Αμφιθέατρο Σπύρου Α. Ευαγγελάτου (1) Ανδρέας Φιλιππίδης (1) άνθη λεμονιάς (1) Αντιγόνη (1) Άντον Τσέχωφ (1) Απαγορευμένο Τετράδιο (1) απαγωγή (1) αποκάλυψη (1) απόσπασμα (2) Απόψε στις Οκτώ και Σαράντα πέντε (1) Άρθουρ Μίλλερ (2) Αριστοφάνης (1) Αρχαία Ελλάδα (5) αρχαίο θέατρο (1) αρχή (1) Αρχική ανάρτηση... (1) ασκήσεις (3) αστυνομικό (2) αφιέρωμα (2) Αφιερωμένο... (1) Βαθειά γαλάζια θάλασσα The deep blue sea (1) Βάκχες (1) Βαλτινός (1) βασιληάς (1) Βάσω Μανωλίδου (5) Βάτραχοι (1) Βέρντι (2) βίντεο (1) βιογραφία (2) Βλαδίμηρος Κυριακίδης (1) Βόννη (1) Βούλα Ζουμπουλάκη (2) Βρυκόλακες (3) Γαλλία (3) Γερμανία (1) Γιάννης Γαβριήλ Μπόρκμαν (3) Γιάννης Φέρτης (1) γιορτή (1) Γιώργος Κανάρης (3) Γιώργος Κωνσταντίνου (2) Γιώργος Μιχαλακόπουλος (1) Γιώργος Παππάς (4) Γκίκας Μπινιάρης (1) Γρηγόριος Ξενόπουλος (2) γυμνάσιο (1) Δάνης Κατρανίδης (3) Δέκα Μικροί Νέγροι (1) Δημήτρης Μυράτ (3) Δημήτρης Νικολαϊδής (1) Δημήτρης Παπαμιχαήλ (2) Δημήτρης Χορν (3) διασκευή (2) Δον Καμίλλο (1) Δον Κιχώτης (1) Δόνα Ροζίτα (1) δράμα (1) Έγκλημα στο Οριαν Εξπρες (2) Εδμόνδος Ροστάν (1) Εθνικό Θέατρο (3) εκπαίδευση (1) Έκτωρας Μαλο (1) Ελένη (2) Ελένη Ζιώγα (1) Ελένη Χατζηαργύρη (25) Ελλαδα (1) Ελλάδα (1) Ελλάς (1) Έλλη Λαμπέτη (1) Έλλη Φωτίου (1) Ελληνικό έργο (1) Ελληνικοί υπότιτλοι (1) Ένας ιδανικός σύζυγος (1) Έντα Γκάμπλερ (1) Έντουαρντ Άλμπη (1) Έντουαρντ Ρόμπινσον (2) εξετάσεις (1) Έξι πρόσωπα ζητούν συγγραφέα (1) Επίδαυρος (4) επιθεώρηση (1) επιθεωρητής Μαιγκρέ (1) επιλογές (1) έργο (1) ερμηνείες (1) Ερρίκος Ίψεν (11) Έρσυ (1) Ευαγγελία Παρασκευοπούλου (1) Ευριπίδης (8) Ευρώπη (1) Έφη Μουρίκη (1) Ζωή Λάσκαρη (1) Ζωρζ Σιμενόν (2) Η Άγνωστος (1) η βεντάλια της Λαίδης Ουΐντερμηρ (1) Η γυναίκα μου φάντασμα (1) Η ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΓΗΡΑΙΑΣ ΚΥΡΙΑΣ (1) Η Καρφίτσα (1) Η Κυρά της Θάλασσας (2) Η Λίμνη των Κύκνων (1) Η μελωδία της ευτυχίας (1) Η παγίδα (1) Η πεντάμορφη και το τέρας... (1) Η Χήρα μου κι Εγώ (1) ηθοποιός (6) Ηλίας Λογοθέτης (1) Ήταν όλοι τους παιδιά μου (2) Θανάσης Λάλας (1) θάνατος (3) θεατρική ομάδα (1) θεατρική ομάδα δήμου Κορυδαλλού (Μπάμπης Κλαλιώτης) (5) Θεατρική Ομάδα Τρίπολης (1) θεατρικό έργο (1) θεατρικό παιγνίδι (1) θεατρο (1) θέατρο (36) Θέατρο Βεάκη (1) Θέατρο Επιδαύρου (1) θεωρείο (1) Θύμιος Καρακατσάνης (1) Ιβάνωφ (1) Ιερά Μητρόπολη Δημητριάδος (1) Ίνγκριντ Μπέργκμαν (1) Ιταλία (1) κακή παράσταση (1) Κάκια Αναλυτή (1) καλή παράσταση (2) Κάρμεν Ρουγγέρη (1) Κάρολος Κουν (4) Κατερίνα Διδασκάλου (1) Κατερίνα Μαραγκού (1) Κάτια Δανδουλάκη (2) Κατίνα Παξινού (4) κείμενο (4) Κική Μορφονιού (1) κινησιολογία (1) κοινωνία (1) Κορυδαλλός (2) κοστούμια (2) κριτική (1) Κυβέλη (8) Κυβέλη το μυστικό της κοντέσσας Βαλέραινας (1) κωμωδία (3) Κώστας Ρηγόπουλος (1) Λάμπρος Κωνσταντάρας (1) Λιου Ουάλλας (1) Λόρκα (2) Λουί Βερνέιγ (2) ΛΟΥΙΤΖΙ ΠΙΡΑΝΤΕΛΛΟ (1) λουλούδι (1) Λουτσιάνο Παβαρόττι (1) λύτρα (1) Λώρενς Ολιβιέ (1) μάθημα (1) Μαίρη Αρώνη (1) Μάνος Κατράκης (1) Μάνος Χατζιδάκις (4) Μαρία Κάλλας (2) Μαρία Κυνηγού - Φλάμπουρα (1) Μάρκος Σεφερλής (1) Μάρω Κοντού (1) Ματωμένος Γάμος (6) Μελίνα Μερκούρη (1) Μήδεια (1) Μίμης Φωτόπουλος (1) Μίρκα Παπακωνσταντίνου (1) Μόγλης (1) μονόλογος (1) μοντέρνος (1) μουσική (8) μπαλλέτο (1) Μπάμπης Κλαλιώτης (1) Μπεν Χουρ (1) Μπέρτολτ Μπρεχτ (1) μύθοι Αισώπου (3) Νικήτας Τσακίρογλου (1) Νίκος Γαλανός (1) Νίκος Κούρκουλος (1) Νίκος Τζόγιας (2) ξένο θέατρο (2) Ο Αμπιγιέρ (1) Ο Γυάλινος Κόσμος (1) Ο Ευτυχισμένος Πρίγκηπας (1) ο λαγός και η χελώνα (2) Ο Μπαμπάς Εκπαιδεύεταi (1) Ο Πειρασμός (1) Ο ΤΕΛΕΥΤΑΙΟΣ να κλείσει την πόρτα (1) οι γάμοι του Φίγκαρο (1) οι ιστορίες τους... (1) Οι φάλαινες του Αυγούστου (3) Οι χαρές της οικογένειας (2) οικογένεια (1) Όλγα Πολίτου (2) όπερα (8) Ορέστεια (1) Ορέστης (2) Όσκαρ Ουάϊλντ (1) Ουίλλιαμ Σαίξπηρ (2) παντρεύτηκα μια μάγισσα (1) παραμύθι (1) παραστάσεις (1) παράσταση (9) παρουσίαση (1) Πειραϊκός Σύνδεσμος (1) Πέραμα (1) ΠεραματιΖΩμαστε (1) Περιμένοντας τον Γκοντό (2) Πέρσες (1) Πίτσα Καπιτσινέα (2) ποίηση (2) ποιητική βραδυά (1) Ποιος φοβάται την Βιρτζίνια Γουλφ; (1) Ποντικοπαγίδα (2) Πουαρώ (2) πρεμιέρα (1) ράδιο (2) ραδιόφωνο (2) Ράνια Οικονομίδου (1) Ριγκολέττο (6) Ρομπέρ Τομά (1) Σαίξπηρ (2) Σάμουελ Μπέκεττ (2) Σάρα Μπερνάρ (1) Σάϋλοκ (1) σινεμά (3) σκηνικά (2) σκηνοθέτης (2) Σπύρος Μελάς (1) Σπύρος Παπαδογιώργος (1) Στέφανος Ληναίος (1) σύγχρονο θέατρο (1) συνάντηση (1) συνέντευξη (2) Συρανό ντε Μπερζεράκ (1) σχολείο (3) σχολή (1) Τα Κόκκινα Φανάρια (1) Τα Χριστούγεννα του Εμπενίζερ Σκρουτζ (2) ταινία (5) Τάκης Παπαματθαίου (1) ταλέντο (2) τελευταία παράσταση (1) Τέρενς Ράττιγκαν (1) τέχνη (1) Τζένη Ρουσσέα (1) Τζερόμ Τζερόμ (1) Τζουζέπε Βέρντι (1) Τζων Βαντρούτεν (1) Την άλλη Κυριακή (1) Τίτος Βανδής (1) Το Άνθος του Κάκτου (1) το κάθισμα 47 (1) Το κουκλόσπιτο (2) Το μαγικό κλειδί (1) ΤΟ ΣΠΙΤΙ ΤΗΣ ΜΠΕΡΝΑΝΤΑ ΑΛΜΠΑ (2) Το φως του γκαζιού (2) Τραγούδι (4) Τραγωδία (1) Τρεις ψηλές γυναίκες (1) Τσάρλυ Τσάπλιν Charlie Chaplin (1) υπότιτλοι (1) φεγγάρι (2) Φεντερίκο Γκαρθία Λόρκα (2) Φιλίπ Εριά (1) Φιλιώ Χαϊδεμένου (1) Φοίνισσαι (2) φυτά (1) Φωτεινή Σάντρη 'Ο κόκκινος βράχος (1) χορός (1) Χριστίνα (1) Χριστούγεννα (1) Χωρίς οικογένεια (1) Χωριστά τραπέζια Separate Tables (1) Ω Θεέ μου (1) a christmas carol (1) Alan Bates (1) Alba De Cespedes (1) Anthony Hopkins (3) Carroll Moore (1) Charles Dickens (1) Georges Brassens. Ιταλία (1) Ghosts (1) google (1) Greta Garbo (1) H βεντάλια της Λαίδης Ουίντερμηρ (1) La fleur d'oranger (1) Lalio (1) Lamprini T. (1) Liberty Bar (3) masterclass (2) Mikhail Baryshnikov (1) Norman Barasch (1) Philippe Hériat (1) play list (1) Porte des Lilas (1) to be or not to be (1) Vanishing Act (1) youtube (1)